αὐλητικός

αὐλητικός
αὐλ-ητικός, ή, όν,
A of or for the flute, Pl.Ap.27b;

δάκτυλοι Pl.Com.211

;

κάλαμος

used for making flutes,

Thphr.HP4.10.1

, Sch.Il.Oxy.221ix12;

τέλος Plot.1.4.15

:-κή (sc. τέχνη), , flute-playing, Pl.Grg.501e, Arist. Po.1447a15. Adv.

-κῶς, δεῖ καρκινοῦν τοὺς δακτύλους Antiph.55.15

, cf. Plu.2.404f.
2 fitted for flute playing,

ψυχή Pl.Hp.Mi.375b

([comp] Comp.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αυλητικός — αὐλητικός, ή, όν (Α) [αυλητής] 1. ο κατάλληλος να εκτελεστεί με αυλό 2. ο επιδέξιος στο παίξιμο του αυλού 3. το θηλ. ως ουσ. ἡ αὐλητική η τέχνη του αυλητή …   Dictionary of Greek

  • αὐλητικός — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικά — αὐλητικός of neut nom/voc/acc pl αὐλητικά̱ , αὐλητικός of fem nom/voc/acc dual αὐλητικά̱ , αὐλητικός of fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικῶν — αὐλητικός of fem gen pl αὐλητικός of masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικόν — αὐλητικός of masc acc sg αὐλητικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικαί — αὐλητικός of fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικοῖς — αὐλητικός of masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικοί — αὐλητικός of masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικοῦ — αὐλητικός of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικούς — αὐλητικός of masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλητικῆς — αὐλητικός of fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”